Καλαμίδας, Δημήτριος — Αγωνιστής του 1821 από τη Μιτζέλα της Θεσσαλίας. Ήταν πρόκριτος και πλούσιος γαιοκτήμονας. Στις αρχές του 19ου αι. είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Αλή πασά, τα τσιφλίκια του οποίου επιτρόπευε στην ανατολική Θεσσαλία. Λόγω της θέσης του, το 1807 … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
Γρηγοράκης — Επώνυμο οικογένειας αρχόντων της Μάνης. 1. Αντώνιος ή Αντώνμπεης (Μάνη 1757 – Μιστράς 1821). Διορίστηκε μπέης της Μάνης (1803 10) και κατόρθωσε να επιβάλει την τάξη, σε συνεργασία με την οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων και άλλων ισχυρών οικογενειών … Dictionary of Greek
Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… … Dictionary of Greek
Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… … Dictionary of Greek
Μαυροκορδάτος — I Επώνυμο οικογένειας λόγιων και πολιτικών, με βυζαντινή καταγωγή. 1. Αλέξανδρος (1791 – 1865). Γιος του Νικολάου (11.), αγωνιστής του 1821, πολιτικός και διακεκριμένος διπλωμάτης. Βλ. λ. Μαυροκορδάτος, Αλέξανδρος. 2. Αλέξανδρος ο εξ απορρήτων… … Dictionary of Greek
Σέρρες — Πόλη (49.380 κάτ., αλλά 50.390 ο δήμος) της Ανατολικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του ομωνύμου νομού. Διοικητικό και οικονομικό κέντρο του νομού και το μεγαλύτερο μετά την Καβάλα αστικό κέντρο Α της θεσσαλονίκης, πόλη με… … Dictionary of Greek